Ads (728x90)

Υπάρχουν φορές που δοκιμάζοντας ένα πιάτο με καλό κρασί ή μπίρα αναφωνούμε: «Αυτός είναι μεζές!!!» Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στη θέα μιας ολόκληρης ή ενός «τάκου» σαρδέλας από τα περισσότερα ψάρια των ελληνικών θαλασσών. Δόλωμα που χρησιμοποιούμε στο πεταχτάρι, στην καθετή, στο πολυάγκιστρο και φυσικά στο παραγάδι. Γι' αυτό και θα μπορούσαμε να την αποκαλέσουμε «μπαλαντέρ» των δολωμάτων.

Τα παραγάδια μετά τη χρήση τους θα πρέπει να νετάρονται αμέσως, γι' αυτό κι εμείς το είχαμε κάνει αμέσως μετά την τελευταία χρήση τους ώστε να είναι «ετοιμοπόλεμα».






Η τεμαχισμένη σαρδέλα ήταν το δόλωμα της επιλογής μας, εφόσον πρόκειται για ψαροδόλι που προτιμούν τα περισσότερα ψάρια.
Η τεμαχισμένη σαρδέλα ήταν το δόλωμα της επιλογής μας, εφόσον πρόκειται για ψαροδόλι που προτιμούν τα περισσότερα ψάρια. Στη θέα και τη μυρουδιά ενός καλοτεμαχισμένου μικρόψαρου δεν λέει «όχι» σχεδόν κανένα ψάρι. Γνωρίζουμε τη σαρδέλα οπτικά και γευστικά, αλλά ας τη γνωρίσουμε αλιευτικά και σε βάθος, κάτι που θα βοηθήσει αρκετά τα ψαρέματά μας.
Η σαρδέλα
Η σαρδέλα ανήκει στην οικογένεια των Κλουπεϊδών, που συγγενεύει με τη ρέγκα. Το επιστημονικό της όνομα είναι σαρδίνη. Τα είδη του γένους Sardina, κοινώς γνωστά ως σαρδέλες, είναι από τα πιο διαδεδομένα και συναντώνται στις περισσότερες θάλασσες. Η Sardina pilchardus είναι το είδος σαρδέλας που συναντάται στην Ευρώπη. Η σαρδέλα βρίσκεται κυρίως στις εύκρατες θάλασσες και δεν φτάνει βορειότερα από τη Μάγχη.
Σε μεγάλη αφθονία βρίσκεται στη Μεσόγειο, μέχρι τις ακτές του Μαρόκου. Υπάρχουν πολλές ποικιλίες σαρδέλας. Πολλές μεταναστεύουν από τον Ατλαντικό στις ευρωπαϊκές θάλασσες για να βρουν τροφή. Κατά τις μεταναστεύσεις τους, οι σαρδέλες ακολουθούν τη θαλάσσια χλωρίδα με την οποία τρέφονται. Τα αβγά της σαρδέλας γεννιούνται το καλοκαίρι στο πέλαγος. Στον Ατλαντικό, η σαρδέλα ψαρεύεται με επίπεδο δίχτυ, που το ρίχνουν από αγκυροβολημένο πλοίο και που σχηματίζει κάθετο τείχος, ή με πλατύ δίχτυ, που τοποθετείται οριζόντια στο νερό. Για το ψάρεμά της ως δόλωμα χρησιμοποιείται αλεύρι κι αβγά ψαριών. Στη Μεσόγειο ψαρεύεται με πυροφάνι τη νύχτα ή τα γνωστά μας γριγρί.

Η σαρδέλα της Ευρώπης, το είδος Sardina pilchardus, ανήκει στην οικογένεια Clupeidae της κλάσης Actinopterygii. Τα χαρακτηριστικά της οικογένειας ως προς τη μορφολογία περιλαμβάνουν διάφορους τύπους σχήματος του σώματος, από τορπιλοειδές (σχεδόν κυκλική κάθετη τομή) μέχρι αρκετά συμπιεσμένο πλευρικά.
Τα είδη της οικογένειας Clupeidae δεν φέρουν λέπια στο κεφάλι, ενώ στο υπόλοιπο σώμα τα λέπια είναι κυκλοειδή. Κάποια είδη φέρουν κοιλιακές φολίδες. Η πλευρική γραμμή είναι σύντομη και σε κάποια είδη σταματάει λίγα λέπια μετά το τελευταίο όριο του κεφαλιού. Σε ορισμένα είδη μάλιστα απουσιάζει πλήρως. Τα δόντια είναι ιδιαίτερα μικρά και βρίσκονται στις σιαγόνες. Φέρουν ένα ραχιαίο πτερύγιο μικρού μήκους τοποθετημένο προς το κέντρο του σώματος. Τα κοιλιακά πτερύγια βρίσκονται κοντά στη βάση του ραχιαίου και οι ακτίνες όλων των πτερυγίων είναι μαλακές, ενώ κάποια είδη δεν έχουν ραχιαίο και κοιλιακά πτερύγια. Είναι είδη παράκτια που ζουν σε κοπάδια, τόσο σε θαλασσινά όσο και γλυκά νερά.
Κάποια είδη είναι ανάδρομα, δηλαδή μεταναστεύουν από το θαλάσσιο περιβάλλον στα εσωτερικά ύδατα, ενώ η διατροφή της οικογένειας αυτής περιλαμβάνει κυρίως πλανκτονικούς οργανισμούς. Το μέγεθος της σαρδέλας κυμαίνεται από 2cm μέχρι 27cm. Το είδος Sardina pilchardus ζει σε παράκτιες περιοχές, σχηματίζοντας κοπάδια σε βάθη από 25m μέχρι 55m. Κατά τη διάρκεια της ημέρας μπορεί να κατέλθει ακόμα και σε βάθος 100m, ανεβαίνοντας στα 10m με 35m τη νύχτα. Τρέφονται κυρίως με πλανκτονικά οστρακοειδή, αλλά και με μεγαλύτερους οργανισμούς, πραγματοποιώντας ημερήσια κάθετη μετανάστευση σε αναζήτηση τροφής. Αναπαράγονται σε βάθος 20-25m σε ομάδες, τόσο κοντά σε ακτές όσο και στην ανοιχτή θάλασσα, παράγοντας 50.000-60.000 αυγά με μέση διάμετρο 1.5mm. Τα αυγά αφήνονται αφύλακτα στην ανοιχτή θάλασσα ή στον πυθμένα. Η Sardina pilchardus είναι είδος πελαγικό, αλλά και νηριτικό. Συναντάται σε όλα τα είδη υδάτων, από θαλασσινό και υφάλμυρο μέχρι γλυκά εσωτερικά ύδατα, και είναι κυρίως ωκεανόδρομο. Η κατανομή βάθους είναι 10-100m, ενώ συνήθως συναντάται σε βάθος 25-100m.
Ολα τα είδη σαρδέλας, όπως και το είδος Sardina pilchardus, σχηματίζουν κοπάδια, και μάλιστα με ιδιαίτερα σφιχτή δομή. Ο σχηματισμός κοπαδιών είναι αρκετά συνηθισμένος στα ψάρια (25%). Περίπου 80% όλων των ειδών ψαριών παρουσιάζουν μια φάση σχηματισμού κοπαδιών κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Ο σχηματισμός κοπαδιών θεωρείται ένας αποτελεσματικός τρόπος μετακίνησης κάτω από τη θάλασσα και έχει πολλά οφέλη για τα άτομα που συμμετέχουν σε αυτά. Η σαρδέλα της Ευρώπης, Sardina pilchardus, είναι είδος με μεγάλη εμπορική αξία. Παρότι έχει παρουσιάσει πολλές διακυμάνσεις στην πυκνότητα του πληθυσμού στο παρελθόν, προς το παρόν δεν διατρέχει κίνδυνο υπεραλίευσης, και μάλιστα ο πληθυσμός αυξάνεται σε αριθμό. Στην Ελλάδα πάντως η δυναμική του ιχθυοπληθυσμού της σαρδέλας σε συνάρτηση με την αλιεία είναι αρκετά δύσκολο να προβλεφθεί, λόγω της μεγάλης επίδρασης που έχουν πάνω στο είδος οι διάφορες ετήσιες μεταβολές, τόσο σε ωκεανογραφικό όσο και βιολογικό επίπεδο.

Ξαγκιστρώνουμε μόνο τα ψάρια που έχουμε πιάσει ή κόβουμε το παράμαλλο κοντά στο στόμα του ψαριού αν έχει καταπιεί το δόλωμα.
Σαρδέλα και παραγάδι
Για την προμήθεια της σαρδέλας ως δόλωμα, επισκεπτόμαστε τον ιχθυοπώλη και αγοράζουμε την αντίστοιχη ποσότητα για τη δόλωση των αγκιστριών που διαθέτει το εκάστοτε παραγάδι. Το κάθε παραγάδι μας αποτελείται από 150 αγκίστρια.
Η μάνα του είναι 50 χιλιοστά, το μήκος του παράμαλλου 1,5 μέτρο, το πάχος του 30 χιλιοστά, ενώ η απόσταση του ενός παράμαλλου από το άλλο περίπου 3 μέτρα.
Ψάρεμα αφροπατωτό
Αν θέλετε να ψαρέψει το παραγάδι αφροπατωτά, δένετε έναν φελλό μετά κάθε 10-15 αγκίστρια. Αυτό γίνεται πολύ απλά και χωρίς κόπο, ούτε με κοψίματα και χωρίς προσθαφαιρέσεις. Απλά μετά κάθε 10 ή 14 παράμαλλα, στο επόμενο αντί για δόλωμα καρφώνουμε έναν φελλό. Οταν το παραγάδι πέσει στη θάλασσα, λόγω της άνωσης που προσδίδει ο φελλός έχει την τάση να ανεβάσει μέρος της μάνας και των παράμαλλων από τον πυθμένα προς την επιφάνεια, έτσι το παραγάδι ψαρεύει πατωτά έως και τα μεσόνερα. Σε περίπτωση που θέλουμε να ψαρέψει λίγο πιο πάνω, φροντίζουμε στο σχοινί των καλαδουριών που θα δέσουμε αρχή, μέση και τέλος, να δέσουμε την αρχή, το τέλος και τη μέση του αλιευτικού εργαλείου ανάλογα, δηλαδή, 5, 7, 10 μέτρα πάνω από το βαρίδι κ.λπ.
Διαδικασία
Προσοχή θα πρέπει να δώσουμε στη διαδικασία της δόλωσης και του ριξίματος του παραγαδιού στη θάλασσα, γιατί, αν κάτι παραλείψουμε, το αλιευτικό μας εργαλείο θα μπερδευτεί και θα πάει τσάμπα ο κόπος μας. Πριν ξεκινήσουμε τη διαδικασία, ρίχνουμε χαλικάκι θαλάσσης μέσα στη λεκάνη μας πάνω στην πετονιά έως ότου σκεπαστεί. Ξεκινάμε πάντα από το τελευταίο αγκίστρι, γιατί, αν δολώσουμε το πρώτο, το παράμαλλο θα κρεμάσει πολύ, τόσο που θα φτάσει στον πάτο της λεκάνης από την εξωτερική πλευρά και θα ακολουθήσουν και τα υπόλοιπα. Ξεκαρφώνουμε το αγκίστρι από τον φελλό, το τραβάμε λίγο, δολώνουμε και κρεμάμε γύρω γύρω στη λεκάνη τα αγκίστρια με τη σειρά ένα ένα, με προσοχή να μην τα μπερδέψουμε ή ακόμη, έχοντας χαράξει με μαχαίρι το γύρω ελαστικό υλικό, εφαρμόζουμε για περισσότερη ασφάλεια εκεί το κάθε δολωμένο αγκίστρι. Τα δύο παραγάδια που επρόκειτο να ρίξουμε, τα δολώσαμε αφού κόψαμε προσεκτικά σε τάκους τις σαρδέλες. Μόλις τελειώσαμε, τα σκεπάσαμε με λινάτσες βρεγμένες με θαλασσινό νερό.
Το ρίξιμο
Φυσούσε ένα αεράκι γύρω στα 3 μποφόρ, που ήταν ό,τι πρέπει για το ρίξιμο παραγαδιού. Κατά τις 2 το μεσημέρι είχαμε φτάσει στον τόπο που θα ρίχναμε τα παραγάδια, ενώ τα σηκώσαμε μιάμιση ώρα αργότερα. Για να αποφύγουμε τα μπλεξίματα, εφαρμόζουμε πάντα την ακόλουθη διαδικασία. Αν δεν γνωρίζουμε το βάθος της θάλασσας, το μετράμε είτε με βυθόμετρο είτε με το βαρίδι που έχουμε δέσει έτσι κι αλλιώς στις 3 ή 4 σημαδούρες που θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε.
Το ρίχνουμε στη θάλασσα και, μόλις πατώσει, δένουμε το σχοινί στη σημαδούρα, ξαναμαζεύουμε, πηγαίνουμε στο πίσω μέρος της βάρκας και πετάμε στη θάλασσα την πρώτη σημαδούρα κρατώντας το βαρίδι.
Μόλις ξετυλιχτεί το σχοινί που είναι τυλιγμένο γύρω της, αφήνουμε το βαρίδι και την αρχή του παραγαδιού που έχουμε δέσει σ' εκείνο το σημείο.
Αυτό γίνεται για να μη στρίψει η μάνα επάνω στο σχοινί της σημαδούρας, οπότε θα χάσουμε αγκίστρια, θα έχουμε και μπερδέματα...
Ξεκινάμε τη βάρκα σιγά σιγά και το παραγάδι αρχίζει να πέφτει στη θάλασσα.
Για να είμαστε σίγουροι ότι θα το μαζέψουμε όλο, ρίχνουμε ανάμεσά του άλλη μία ή και δυο σημαδούρες όπως προαναφέραμε (τις οποίες και δένουμε στη μάνα), οπότε σε περίπτωση κολλήματός της σε κάποιον βράχο, αναγκαστικά την κόβουμε, δένουμε το κομμένο σημείο σε άλλο καλαδούρι, πηγαίνουμε στην πιο κοντινή σημαδούρα και συνεχίζουμε το μάζεμα από εκεί. Τα παραγάδια μας είχαμε υπολογίσει να ψαρέψουν περίπου μιάμιση ώρα, διάρκεια όπου βρισκόμασταν λίγο πιο πέρα προσέχοντας το παραγάδι «για ευνόητους λόγους».
Το μάζεμα
Το σήκωμα του παραγαδιού ήταν δύσκολο γιατί είχαν πέσει πολλά ψάρια. Δυνατά τραβήγματα και κεφάλια καθ' όλη τη διάρκεια του μαζέματος όπου οι πετονιές σχεδόν έκοβαν τα χέρια. Στο τέλος, η βάρκα γέμισε όπως βλέπετε, γιατί τα ψάρια «έτρωγαν» τη συγκεκριμένη ημέρα, ενώ αργότερα τα «φάγαμε» εμείς ψητά στα κάρβουνα. Κατά το μάζεμα εφαρμόζουμε τη διαδικασία που προβλέπεται.
Από το μπροστινό τμήμα του σκάφους και αφού τυλίξουμε το σχοινί της πρώτης σημαδούρας, φέρνουμε την αρχή του παραγαδιού στη βάρκα.
Λύνουμε το σημείο που έχουμε δέσει όταν ξεκινούσαμε το ρίξιμο του παραγαδιού, τραβάμε σιγά σιγά από τη θάλασσα τη μάνα και την τοποθετούμε μαζί με τα παράμαλλα στη λεκάνη, ενώ θα πρέπει πάντοτε η βάρκα να ακολουθεί την κατεύθυνσή της.
Δεν καρφώνουμε ποτέ αγκίστρια στους φελλούς ούτε τα ξεδολώνουμε αν δεν είναι φαγωμένα. Ξαγκιστρώνουμε μόνο τα ψάρια που έχουμε πιάσει ή κόβουμε το παράμαλλο κοντά στο στόμα του ψαριού αν έχει καταπιεί το δόλωμα και αντικαθιστούμε το αγκίστρι κατά τη διάρκεια του νεταρίσματος. Ο χειριστής του σκάφους ή της βάρκας που βρίσκεται στη μηχανή ή στα κουπιά είναι πάντα έτοιμος για βοήθεια, ενώ εκείνος που λεβάρει έχει δίπλα του την απόχη για τα μικρότερα ή το γάντζο για τα μεγαλύτερα ψάρια που έχουν πιαστεί. Το μάζεμα του παραγαδιού γίνεται κόντρα στον αέρα - αν φυσάει. Σε περίπτωση που έχει βγάλει καιρό και πρέπει να σηκώσουμε οπωσδήποτε το παραγάδι, λεβάρουμε πρίμα.

Δημοσίευση σχολίου